Σάββατο 30 Οκτωβρίου 2010

Ελπίδα

Με σ' στου μυαλού μου την εκκωφαντική ησυχία,
περνάνε σκέψεις, γνώσεις, παραστάσεις διαφορετικές,
γεμάτες με τα απραγματοποίητα όνειρά μου,
άδειες απ΄την άδολη τη στάση μου και συμπεριφορά μου,
κι αυτό, καθότι πίστεψα η αδαής, πως κάπου υπάρχει
μία ..Ελπίς...

Μα η Ελπίδα καθώς λένε δεν πεθαίνει τελευταία,
στις πονετικές καρδιές κάποιων ευάλωτων κι ευαίσθητων
ανθρώπων κατοικεί...

Και γύρω κάποιοι δήθεν έξυπνοι που τον εαυτό τους έχουν,
όχι ξεπεράσει, αλλά συνειδητά κι ανόητα συνάμα προσπεράσει,
τους χλευάζουν και ανόητους ρομαντικούς τους λένε,
απαράδεκτους επίσης, στη καθημερινή κι ανιδιοτελή Ζωή Τους.

Κι όσο η Ελπίδα ζει κι αναπνέει στη καρτερική ψυχή τους,
κι όσο Σημαία γίνεται και Λάβαρο Βαρύ που πάντοτε αγόγγυστα
σηκώνουν στις βαριές τους πλάτες, δυστυχώς χαρακτηρίζονται κι
υβρίζονται σαν ψεύτικοι και δόλιοι .. επαναστάτες...
Επαναστάτης της ψυχής και της ζωής είναι αυτός που ποτέ του
τίποτα δεν απαιτεί και δεν ζητάει να του χαριστεί απ' το ανάλγητο
το Κράτος, μα Κράτος ο ίδιος γίνεται και Μόνος του Παλεύει με
την Ελπίδα Αγκαλιά, στα δυνατά τεράστια κύματα της καθημερινότητας
αναριεύει, τόσο μεγάλα κύματα, που ούτε ο Ωκεανός δεν έχει...

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

Τρίτος Παγκόσμιος

Είναι στ' αλήθεια επώδυνο, πολύ σκληρό και ζόρικο,
απροκάλυπτα φανερό κι επικίνδυνο συνάμα,
Να Ζούμε ΄Ολοι Μας, το Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο
τον Οικονομικό, μα και πολιτικά ...φασιστικό....
Οι ημέτεροι κι οι ιθύνοντες, σαν τάχα να μην γνώριζαν κι
απευθυνόμενοι ιστορικά και πάντοτε, στους Λαούς
τα βάρη όλα ρίχνουν, κι ανήξεροι, χλευάζονταν
σε ΄μας απευθυνόμενοι απαντούν..
Πληρώστε Εσείς, τα εργοστάσιά μας τώρα πια
αργούν και κλείνουν οσονούπω...

Ακάθεκτοι κι ανελέητοι εξακολουθούν την Ιστορία
οι κεφαλαιούχοι να προσδιορίζουν,  να διατάζουν
ως οι ισχυροί και ανά τους αιώνες πάντα,
με το Διαίρει και Βασίλευε, εμάς τους εργαζόμενους,
Αυτοί να Διοικούν ...

Κουράστηκα,  απόστασα κι εγώ ως εργαζόμενη, με
ένα μισθό όπως ΄Ολοι Μας, Χρόνια και Χρόνια και
σκέφτομαι πολλές φορές μονάχη,
τι νόημα έχει να εργάζομαι, το Στόχο Μου έχω χάσει,
το Μέλλον το αβέβαιο κι ανύπαρκτο,
τον εαυτό μου αισθάνομαι, στ' αλήθεια πλέον,
παρείσακτο και Η Σκέψη Μου Μόνο Τα Νιάτα,
Τα Νέα Τα Παιδιά ΄Ολου Του Κόσμου Αγκαλιάζει....

Ταξίδι

Με σ' στα ταξίδια οι οσμές, οι εμπειρίες και
οι γνώσεις, οι θύμησες, οι άλλες παραστάσεις,
οι εναλλασσόμενες εικόνες των τοπίων,
οι ασπρόμαυρες κι έγχρωμες φωτογραφίες
που απεικονίζουν την κάθε στιγμή, την κάθε
εικόνα αναπαριστάνουν, σα μία ζωγραφιά,
με μεράκι, με λεπτομέρεια και περισσή φαντασία
ζωγραφισμένη σε ένα τεράστιο καμβά, μα και
παρατημένη, σε μία γωνία κείτεται θολή και ξεχασμένη..
Μοναδικές οι μυρωδιές των αναμνήσεων και θαρρώ,
πρωτόγνωρες συνάμα...
Κι όταν εγώ σε κοίταζα, γι' άλλη ματιά δεν είχες..
Μονάχα για τη Θάλασσα, το μακρινό Ορίζοντα,
Τον Ουρανό, που αγκάλιαζε τη Θάλασσα και μόνο
καθρεφτιζόταν με σ' στα γαλάζια μάτια σου,
που τώρα πια δεν έχεις...

Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010

΄Αβυσσος

Που άραγε να βρίσκεται ο Παράδεισος..μην είν' ψευδαίσθηση του νου μου και, είναι μόνον άβυσσος... Μία παρωδία, κάτι άγνωστο κι άπιαστο τάχα μέσα στο πελώρειο, αχανές Σύμπαν σε Γαλαξίες  μακρυνούς  και απροσπέλαστους, ένα ΄Ονειρο απραγματοποίητο... Μα κι αν σε μία περίπτωση Υπάρχει, δεν φαντάζομαι Αν εγώ η μικρή κουκίδα πάνω σε τούτη τη Γη.. αν θα μπορώ στ' αλήθεια να Υπάρξω, σε τόση Απεραντοσύνη, σε τόση Τελειότητα και Μεγαλοσύνη, σε Τόση Εκκωφαντική Ησυχία, όταν η ζωή μου είναι μία ανυπαρξία.. Κι αλήθεια είναι φανερή μπροστά στα Μάτια μας, Φωνάζει, μας Τραντάζει, μας Αφυπνίζει πως Προσωρινοί, περαστικοί είμαστε ΄Ολοι Μας, τη μικρή αυτή διαδρομή της Ζωής για να βαδίσουμε Μονάχοι.. Μήτρα μας γέννησε φαρδιά με τον Ομφάλιο Λώρο μας δεμένοι, αλλά αμέσως Κόπηκε και, μείναμε Μονάχοι, το δρόμο της ζωής για να βαδίσουμε βήμα στο βήμα, σκαλοπάτι στο σκαλοπάτι, κι όλο ανηφορικός και δύσκολος ο χρόνος μας περνάει.. Τον χρόνο αν προσπεράσουμε εμείς, τιμωρημένοι θα'μαστε για πάντα, δυστυχισμένοι με σκυμμένο το κεφάλι μας βαρύ, γιατί προηγείται από 'μας ο Χρόνος, τρέχει ταχιά, κι αλλοίμονό του όποιος δεν τον προλαβαίνει...
Το Πλήρωμά του έρχεται σαν ρολόι εκκρεμές, με τύψεις, με ενοχές να μας τυλίξει, να μας θυμίσει τα Λάθη Μας τα Τραγικά, όσες φορές Τολμήσαμε μπροστά του να προλάβουμε να βγούμε, στην Επαρσή Μας, στην Ψεύτικη κι Ανούσια Αυτοπεποίθησή μας, στην δήθεν τρομερή κι άτρωτη δύναμή μας, ανώριμα κι ανόητα φερθήκαμε... και μπέσα δεν κρατήσαμε, το Χέρι δεν Απλώσαμε, Σε Αυτόν που ξέρουμε πως πάντα με άδολη αγάπη κι ανιδιοτέλεια, Μας Καρτερεί και Μας Προσμένει σαν ακοίμητος φρουρός, τα Σύνορα Φυλάει, Πάντα σε Θέση Μάχης στις Επάλξεις της ..Ειρήνης που Προδώσαμε και "χτίσαμε" Τον Πόλεμο, απ' της Αλαζονείας μας το αθεράπευτο μικρόβιο, που μόνο Συμφορά και Απομόνωση στο διάβα του Θα Σπέρνει...

Αλαζονεία

Της αλαζονείας διάλεξες το μονοπάτι
το εύκολο, νομίζεις, για σένα να διαβείς,
μα αντιμέτωπο το χρόνο
μπροστά σου τη τιμωρία της Ζωής,
το Νόμο της Αλήθειας μέσα στο δύσβατο
το μοναπάτι θε' να βρεις και,
τότε πια να θυμηθείς το ΄Αδικο
που έταξες σε μένα να χρεώσεις
στο ψυχικό το τέλμα να με καθηλώσεις..
Μα η δική μου η ψυχή σε συγχωρεί,
ωστόσο δεν Ξεχνά Ποτέ, το ΄Αδικό Σου
Βαρύ το Χέρι Επάνω Μου Που Σήκωσες,
παράπονο βαρύ στο τάφο μου θα πάρω,
μέσα στα δάκρυά μου ..απέραντη Σιωπή,
οι λυγμοί μου ακούγονται ως το Ψηλό Βουνό
των δώδεκα Θεών του Ολύμπου, σε ένα όμορφο
και γραφικό χωριό πανύψηλο Λιβάδι,
που σύντομα θα'θελα πάλι να βρεθώ και
ν' αγναντέψω απ' τις ψηλές κορυφές πέρα
στο μακρυνό Ορίζοντα Εκεί που ο ΄Ηλιος Βασιλεύει
γέρνει και σβήνει και μαζί με Εκείνον, η Αλαζονεία σου
γίνεται σκότος βαθύ, σε συνεπαίρνει στο έρεβος και
Επιτέλους, σε Εξαφανίζει...

Η Λήθη

Στ΄αλήθεια αναπάντεχο κι απρόσμενο
τη πόρτα τη δική μου να χτυπήσεις
αν και σκεφτόμουν πως κάποια καίρια στιγμή
θα το έπραττες, ίσως τις τύψεις σου
για ν' απαλύνεις..
Θυμός και Θλίψη με κυρίεψαν
όταν τόσα πολλά ψέματα μου είπες
όμως η Πίκρα Μέσα μου δεν ρίζωσε,
η πληγωμένη η καρδούλα μου δε μίσεψε,
παρά μόνο με υπομονή και καρτερία ανέμενε
με στωϊκότητα περίσσεια ένα μήνυμα ζωής
να πάρει ..από Μένα..
Δε ξέρω τάχα τι να σε Τράβηξε της Λησμονιάς
νερό να πιεις, μετά από τόσα χρόνια που
δύσβατα για ΄με περάσαν, πικρά να μετανιώσεις,
τη Λήθη στην άκρη ν' αφήσεις και να με θυμηθείς ξανά..
Κακία σε κανένα δε κρατώ, μα η ψυχή μου είναι
αθεράπευτα τραυματισμένη, στο βάθος πληγωμένη
ανεπανόρθωτα ξεριζωμένη..
Απ΄την αρχή ν' αρχίσω τη Ζωή μου δε βαστώ,
στη μοναξιά μου προτιμώ κι αγαπώ να είμαι μόνη..
Τώρα πια γνωρίζω, πως, όχι δεν ήταν Όρμηση,
ήταν τυχαία της στιγμής μία ..Παρόρμηση..
Μέσα στο παρατηρητήριο του Κόσμου και,
της Ψυχής μου το μαρτύριο, καλύτερο είναι
να μην εμφανίζεσαι, παρά μόνον ας εξαφανίζεσαι..
μεσ' στου άρρωστου μυαλού σου τις ορμές...

Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2010

΄Ερωτας ΄Ανεμος

΄Ερωτας ΄Ανεμος φύσηξε και πήρε τη καρδιά μου,
το μέσα μου ολάκερο, το "είναι" μου, τη ψυχή μου
έβγαλα ολόκληρη και την κατέθεσα μπροστά σου
καθάρια, αληθινή, μα τόσο ευάλλωτη..
΄Ετσι ξαφνικά γίναν ΄Ολα..πριν πόσα χρόνια
δεν θυμάμαι τώρα πια.. σκέπασε το νου μου
η μεγάλη, απέραντη, Λευκή Σιωπή Σου..
΄Αγαλμα έμεινα θαρρώ στη λάγνα τη ματιά σου
που με θωρούσε έντονα και μεμιάς η Γη έφυγε
κάτω απ' τα πόδια μου, ντρεπόμουν θαρρώ απ' το επίμονό σου
βλέμμα και τότε ξάφνου, τα μάτια μου μεθύσαν σαν να με
πλάνεψες, με μάγεψες μόνο με μιά ματιά σου, αλλά κι από
την όμορφη, λεβέντικη, στητή κορμοστασιά σου...
Κι όταν το λόγο σου μ' απηύθυνες, την πληγωμένη μου καρδιά,
μου άγγιξες στ' αλήθεια, τη δόλια τη ψυχούλα μου π' ακούμπησες
τόσο βαθειά, ως μέσ' στα στήθια μου που πάλλονταν από τους
δυνατούς τους χτύπους της Καρδιάς μου...
Από τη πρώτη τη στιγμή, με κέρδισες, δε ξέρω, σα να με μάγεψες
θαρρώ κι απ' τα φυλλοκάρδια μου η Ψυχή μου, μόνο τα Μάτια Σου
σκεφτόταν, μόνο τα μάτια της Ψυχής μου σε κοιτούσαν τόσο βαθειά
κι ειλικρινά και ΄Ερωτας  ήρθε έτσι ...Ξαφνικά...

Παρουσία κι Απουσία

Η απουσία σου είναι για μένα μία παρουσία
Η δύναμή σου είναι για μένα μία αδυναμία
Η κατανόησή σου είναι για μένα αλήθεια
όχι αγάπη, δεν θα το' λεγα.. εξατμίσθηκε στο
πέρασμα του χρόνου, εξάλλου πως θα μπορούσε
άλλωστε ν' υπάρξει αφού εγώ μία Γέφυρα ήμουνα
να χτίσεις τη Ζωή Σου..
Το Χρέος μου, δικό μου είναι, δεν τ' αρνήθηκα ποτέ μου,
στο πλήρωμα σύμμαχου κι εύλογου χρόνου, του αδυσώπητου
ενάντια σε μένα τη μονάχη στο Κόσμο ετούτο τον απέραντο,
εγώ θα σου το Ξεπληρώσω..
Κι όλα τα Λάθη μου κι όλα τα Πάθη μου θε να περάσω πλέον
σ' άλλους Κόσμους αλλοτινούς και μακρυνούς, μήπως και ησυχάσω..
Ναι, σε άλλους Κόσμους απόμακρους, απροσπέλαστους, πέρα απ΄τους
Πλανήτες κι από τους Μακρυνούς τους Γαλαξίες, Εκεί που ανθρώπινες
υπάρξεις λυτρώνονται, μα και μετουσιώνονται..
Ψηλά στ' αστέρια, στον απέραντο ουρανό σε Καθαρό Αέρα, έτσι που να
μπορώ επιτέλους ν' ανασαίνω Ελεύθερη κι Αδέσμευτη απ' τα Δεσμά
του Ανθρώπινου του Χρέους..
Και σαν θα λυτρωθώ, Κοντά Σου Είθε να' ρθω, μ' ανοιχτές τις άσπρες
φτερούγες παντοτινά να Ξαποστάσω και ν' Αναστηθώ..

Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2010

Θάλασσες

Τα μάτια σου θάλασσες.. Τα μαλλιά σου κύματα,
τα χέρια σου φτερά, το κορμί σου βουνό,
η μεγάλη αγκαλιά σου μία σπηλιά για να κρυφτώ.
Τα λόγια σου έχω στη καρδιά μου, βαθειά κρυμμένα
σα θησαυρό πολύτιμο, σαν άγιο δισκοπότηρο στα
διψασμένα χείλη..
Τη σκέψη σου πάντα κουράγιο, το βλέμμα σου υπομονή και
τη ματιά μουράγιο..
Τα μάτια σου είναι η θάλασσα, ναι, μόνο αυτή η πλανεύτρα,
δεν είναι λίμνη ήσυχη,
ερμητικό ποτάμι είναι..
Χείμαρρος που ξεχύνεται κα βράζει και χοχλάζει..
Ο χρόνος ανελέητος, αδυσώπητος.. άλλοτε φιλικός,
άλλοτε δύστροπος και δύσθυμος.
Κατά με τους χαλεπούς Καιρούς κι αυτός βαδίζει και
κανένα δε λογίζει..
Κι αν τα φύλλα των δέντρων πέφτουν στη Γη,
Οι Καρδιές ψηλά κοιτάζουν και
προσμένουν κάποιο Θαύμα μήπως 'ρθει..

Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2010

Διωγμός

Θέλω να φύγεις μακρυά, το πέπλο της απέραντης σιωπής όλο και
πιο πολύ απλώνεται εμπρός μου..
Δεν με φοβίζει, πλέον, το συνήθισα τόσα πολλά, ατελείωτα χρόνια
να το ζω ως και στο τελευταίο κύτταρο της ύπαρξής μου.
Ως και τα χειρότερα βασανιστήρια, γίνονται κάποτε μία συνήθεια.
Παράδοξο, αλλόκοτο συναίσθημα στ' αλήθεια για
την ανθρώπινη τη φύση..
Γεννήθηκα Ελεύθερη, η μήτρα που με γέννησε, απ' το πρώτο Φως
που είδα, με Λευθέρωσε από τον Ομφάλιο το Λώρο, χωρίς ποτέ
ζυγό, θηλιά στο σβέρκο μου ν' ανέχομαι..
Γι' αυτό και Φύγε Μακρυά απ' τη δική μου ύπαρξη, μην γυρίσεις
να κοιτάξεις προς τα μένα ακόμη κι αν ο Χάρος πάνω απ' το κεφάλι μου
εμφανισθεί με το αιχμηρό τσεκούρι του για να με πάρει απέναντι στη
βάρκα που πάντα βρίσκεται στις όχθες του Αχέροντα..
Αυτή θα είναι η Λύτρωσή μου, η κατά δική μου Απόλαυση, πεμπτουσία και
στο λέω με παρρησία, πως με Πάθος Θέλω να βρεθώ σε μίαν άλλη ήρεμη κι απόκοσμη διάσταση που δεν θα υποστώ πια τα μαρτύρια απ' την δική σου
την άδικη κατάσταση, την υποκριτική σου την Αιώνια την Παράσταση..

Υποκρισία

Η υποκρισία περίσσεψε.. μία σταγόνα μένει ακόμη και
να το ποτήρι ξεχείλισε κι ό,τι κι αν μίσεψε
πίσω σε 'μας γυρίζει, κάτι σαν το μπούμεραγκ
που επιστροφή ζητάει κι αν κάτι πράξαμε παράδοξο
κάθε λεπτό από τη σκέψη μας περνάει, καθημερινά
μας καθηλώνει το νου και τη ψυχή μας ταλανίζει.
Φωνές στο άπειρο, μύδροι και ύβρεις εξαπολύονται
όμως δε λύονται μα παραμένουν κι επιμένουν.
Τα παλιά σοφά λόγια των απλών ανθρώπων λείπουν,
άνθρωποι δίχως συναισθήματα, δίχως αιδώ, από την Ανθρωπιά
έχουν απόσταση, εκλείπουν απόντες κι αόρατοι μοιάζουν
μεσ' στο ανθρώπινο κατά τα λοιπά περιτύλιγμά τους.
Αλληλεγγύη τι να' ναι τάχα αυτή η έννοια ..τι να' ναι αυτό κι
αφού δεν τρώγεται, μέσα στα σκουπίδια πέταξέ το.
Μα πια σκουπίδια κι αυτά τ' αναμοχλεύουν και καλά πλέον
τα ψάχνουν μήπως και βρει αλληλεγγύη, στάλα από ελπίδα
κάποιος στ' αλήθεια Ονειροπόλος και Οραματιστής Αξιών παλιών
που πέρασαν απ' το χρόνο τον αδυσώπητο και άφησαν πίσω μόνο του
το έρημο το Φιλότιμο.
Είναι καλύτερα στο έρεβος, στο σκότος να χαθεί μιας κι είναι Αλήθεια
πως σκότος δεν υπάρχει, αλλά μόνον ΄Ελλειψη από Φως..

Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2010

΄Αρνηση

Δεν πίστευα να μ' αρνηθείς και να με λησμονήσεις, Αίμα απ' το αίμα μου πληγή πλακούντας μόνο έμεινε κι εκείνος ποιος ξέρει που σαπαίνει.. Πόσα δάκρυα έχει η ψυχή να κλάψει για δυό σπλάχνα που μου'βγαλες, ξερίζωσες στ' αλήθεια και στα σκουπίδια πέταξες κι αυτά σα τη σαθρή ζωή σου..

Το ένα έφυγε μακρυά με όνειρα μεσ' στη καρδιά γεμάτο, μεσ' στη φαρέτρα του τα βέλη στη ζωή όλα να ρίξει
γιατί τον εβασάνισε και πόσο πια ν' αντέξει ψυχή μικρού παιδιού στον άνεμο σκορπάει, ο αέρας στροβιλίζει στου
μυαλού τις ανεξιχνίαστες σπηλιές, τα μαλλιά του χτυπιούνται στα βράχια της θάλασσας σα κολυμπάει στις Κολυμβήθρες τα νερά τα πρασινογαλάζια..

Το άλλο για πιο μακρυά στα ξένα ταξιδεύει, μοιάζει γλάρος που πετά πάνω απ΄το πέλαγο, ακτή δεν πλησιάζει,
μόν' έρχεται και φεύγει ξαφνικά, μια αγαπά και μια μισεί, δεν νιώθει τι αναζητεί κι όλη τη Γη γυρίζει.

Περιμένω και τα δυό να κάτσουν σαν πουλιά πάνω σε κλαδί να ξαποστάσουν, γιατί πολύ τα κούρασες, τα πήρες δεν τα γύρισες, γιατί ο εγωϊσμός σου είναι πάνω από ψυχές από ανθρώπου πόνο, που αγάπη μόνο αναζητά, μη δε και το όνομά του θέλει να γνωρίζει...

Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 2010

Μοναξιά

Εσύ μικρέ διαβάτη που περνάς απ’ το στενό δρομάκι, στάσου,
δες εδώ κοντά είναι κάποιος σε καλεί, μία κουβέντα μόνο
ν’ ανταλλάξει.
Είναι μονάχος και χαμένος και φτωχός, κανένας δεν τον θέλει πια
όλοι τον προσπερνούν αδιάφορα, ανέκφραστα κι απαξιωτικά,
όμως όχι, μην τον υποτιμάς, ίσως κάτι κι αυτός να έχει να σου πει
λίγο ενδιαφέρον κι έγνοια δείξε του, το χέρι σου άπλωσέ του.
Δεν ξέρεις αν αύριο βρεθείς στον ίδιο δρόμο και ΄συ μονάχος
σε κάποιο σκοτεινό μονοπάτι της Ζωής, χαμένος από αγάπη, από χαμένη ελπίδα, ξεκρέμαστος και σα κλαδί δέντρου χτυπημένος με τσεκούρι δεινού ξυλοκόπου..
Στάσου μην φεύγεις.. πάντα υπάρχει μία σπίθα στη καρδιά σου, μη την κρατάς κι άλλο σβηστή..
Γιατί αν χρειαστεί να την ανάψεις, αυτή για πάντα θα’ χει πια εξαφανιστεί..

Διαβάτης

Στης λησμονιάς τη λίμνη στάθηκες νερό κρύο να πιεις
μα σαν έσκυψες το πρόσωπό σου καθρεφτίστηκε σαν
είδωλο σε ένα τεράστιο υδάτινο καθρέφτη και,
τότε διαπίστωσες πως δεν είσαι εσύ.. μα κάποιος άλλος..
Το προσωπείο φόρεσες στο αγνό το πρόσωπό σου,
μα της λίμνης τα καθάρια τα νερά δεν ξεγελάστηκαν και
δάκρυα σου πρόσφεραν αντί για δροσερό νερό..
Σήκω, περπάτα να εξαγνιστείς και την ψυχή σου γαλήνεψε..
΄Ηρεμος περηπατητής, διαβάτης κουρασμένος με φως
και δύναμη στο νου με τις καλές τις σκέψεις
στη λίμνη να καθρεφτιστείς πάλι καθάριος και,
με το γλυφό νερό να ξεδιψάσεις..